- χρωμολιποειδή
- τα, Ν(βιοχ.) ομάδα λιποδιαλυτών κίτρινων, κόκκινων ή καστανών χρωστικών που απαντούν στον λιπώδη ιστό.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. chromolipoids (< χρωμ[ο]-* + λιποειδή].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.